Αυξάνονται οι μικροζυθοποιίες στην Ελλάδα
Μεγάλη δυναμική ανάπτυξης εμφανίζουν τα τελευταία χρόνια οι ντόπιες μικροζυθοποιίες, που πολλαπλασιάζονται με γοργούς ρυθμούς, «πουλώντας» στο καταναλωτικό κοινό... Ελλάδα.
Αυτή την περίοδο οι μικροζυθοποιίες έχουν ξεπεράσει τις 40 σε αριθμό στην Ελλάδα, χτίζοντας αργά, αλλά σταθερά τα δικά τους μερίδια στην αγορά, ποντάροντας ως επί το πλείστον στο ελληνικό καλοκαίρι, που ζεσταίνει ο καιρός και αυξάνει ο τουρισμός, για να «δυναμώσουν» τις πωλήσεις τους.
Παράλληλα, δεν υπολείπονται σε... εξωστρέφεια, αλλά και σε λανσάρισμα κι άλλων ειδών, για να καλύψουν τη ζήτηση όλο το χρόνο. Ο ΑγροΤύπος μίλησε με αρκετούς εκπροσώπους εταιρειών, για την προοπτική του κλάδου, τα προβλήματα και τη γενικότερη κατάσταση.
Περιορισμένης παραγωγής και αναπτυσσόμενη η «Vambeer» από την Πιερία
Σταθερά ανοδική είναι η πορεία μιας ακόμα ελληνικής μπύρας από το νομό Πιερίας. Πρόκειται για την...Vambeer, η οποία διατίθεται στην ευρύτερη περιοχή της Κατερίνης και στο νομό Θεσσαλονίκης.
Η μπύρα κυκλοφορεί στην αγορά εδώ και δυο χρόνια, παράγεται δε από ελληνικές βύνες, που προμηθεύεται η εταιρεία κυρίως από την περιοχή της Θράκης, ενώ οι ποικιλίες λυκίσκου προέρχονται από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Παράλληλα, όπως αναφέρει μιλώντας στον ΑγροΤύπο η εκπρόσωπος της διοίκησης της εταιρείας γαλακτοκομικών «Κορφή», η οποία έχει προσθέσει εδώ και δυο χρόνια στο «καλάθι» των προϊόντων της, την μπύρα Vambeer «είχαμε έτοιμο το δίκτυο διανομής, λόγω της ενασχόλησής μας με τα γαλακτοκομικά προϊόντα, οπότε ήταν κάπως εύκολο για μας, να λανσάρουμε και την μπύρα, η οποία πλέον διατίθεται και σε επιλεγμένα σημεία πώλησης και στην Αθήνα».
Σύμφωνα με την ίδια «ο κλάδος της μικροζυθοποιίας στην Ελλάδα, παρά την κρίση, έχει δυναμική ανάπτυξης, αφού η κατανάλωση αυξάνει, τόσο εσωτερικά, όσο και το καλοκαίρι λόγω του μεγάλου τουριστικού ρεύματος».
Σημειωτέον ότι η μπύρα Vambeer οφείλει την ύπαρξή της στο ανεξάντλητο επιχειρηματικό «δαιμόνιο» του Νίκο Τριφταρίδη, ο οποίος θέλησε δίπλα στα γαλακτοκομικά προϊόντα του να προσθέσει και μια μπύρα.
Για την ιστορία, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας «Κορφή» ξεκίνησε το 2003, ωθούμενος από την ανάγκη του για δημιουργία. Παράλληλα, η αγάπη του για την ποιοτική μπύρα τον ενέπνευσε να προχωρήσει το 2016 στη δημιουργία της μικροζυθοποιίας και της μπύρας Vambeer.Η μικροζυθοποιία «Κορφή» ξεκίνησε τη λειτουργία της το 2016 στον Κάτω Αγ. Ιωάννη Πιερίας με γνώμονα την παραγωγή και διάθεση ποιοτικής φρέσκιας μπύρας. Η μπύρα Vambeer παράγεται και εμφιαλώνεται στις εγκαταστάσεις της εταιρείας στον Κάτω Αγ. Ιωάννη Πιερίας. Η μικροζυθοποιία «Κορφή» διαθέτει στην αγορά την μπύρα σε δύο τύπους lager και pils, οι οποίες είναι διαθέσιμες όλο το χρόνο και διατίθεται σε γυάλινη φιάλη των 0,5l και 0,33l. Η μονάδα τους είναι ολοκαίνουργια και εξοπλισμένη με υπερσύγχρονα μηχανήματα και είναι σε συζητήσεις με πολλές εταιρείες. Η εταιρεία αυτή τη στιγμή έχει προσωπικό 35 άτομα με πλήρη απασχόληση.
Με τέσσερα είδη μπύρας η «Ζυθοποιία Χίου» στην αγορά, κάνει και εξαγωγές, πρόβλημα η υπερ-φορολόγηση, λένε από την εταιρεία.
O Μάνος, Πειραιώτης στην καταγωγή βρέθηκε στη Χίο το 2009 και ξεκίνησε την επιχειρηματική δραστηριότητα της μικροζυθοποιίας Χίου το καλοκαίρι του 2010 με τον διακριτικό τίτλο «Ζυθοποιία Χίου».
«Το 2011 διαμορφώθηκε ο χώρος στην περιοχή του Κάμπου της Χίου (Αγίου Μηνά 78) όπου στεγάζεται η επιχείρηση μέχρι και σήμερα, ενώ το 2012 ξεκίνησε την παραγωγή και την εμφιάλωση της Φρέσκιας Μπύρας Χίου, που αποτελεί μια καινοτόμα πρόταση στην αγορά», αναφέρει μιλώντας στον ΑγροΤύπο ο έτερος υπεύθυνος-ιδιοκτήτης της εταιρείας, κ. Ιάκωβος Αμύγδαλος.
Η εμφιάλωσή της γίνεται πάντα αφιλτράριστη και απαστερίωτη για να διατηρεί όλη τη γεύση και τα χαρακτηριστικά μιας πραγματικής μπύρας.
Το καλοκαίρι του 2012, η μπύρα βρέθηκε στα περισσότερα σημεία εστίασης αλλά και καφέ μπαρ του νησιού, με μεγάλη αποδοχή από την τοπική κοινωνία.
Τον Σεπτέμβριο του 2012 ξεκίνησε την «εξαγωγή» της μπύρας και εκτός Χίου, σε επιλεγμένα σημεία στις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Βόλο, Πάτρα, Καλαμάτα κ.λπ.).
Αρχές του 2013 έγιναν επενδύσεις για την αύξηση της παραγωγικής ικανότητας καθώς και νέες προσλήψεις προσωπικού.
«Στον κατάλογο των προϊόντων προστέθηκε και η Smoked Robust Porter με το δικό της φανατικό κοινό», σημειώνει ο κ. Αμύγδαλος, ενώ το 2014 – 2015 η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας αποτελούσε τον μοναδικό ανασταλτικό παράγοντα στις πωλήσεις της επιχείρησης και χρειάστηκαν νέες επενδύσεις σε δεξαμενές για την ομαλή προώθηση και πωλήσεων.
Το 2016 η εταιρεία, που χρησιμοποιεί βύνες κυρίως από τη Θράκη, αλλά και ορισμένα υλικά από το εξωτερικό, ανάλογα με τις ανάγκες της, εμβαρέλωσε για λογαριασμό της Satyr Brew μια ακόμα μπύρα, ανοίγοντας τον δρόμο σε όλους όσους θέλουν να φτιάξουν την δική τους μπύρα να πραγματοποιήσουν το όραμα τους.
Μέσα στα άμεσα σχέδια της επιχείρησης είναι και η οι εξαγωγές εκτός Ελλάδος και πιο συγκεκριμένα στην γειτονική Τουρκία, ενώ ήδη οι Χιώτικες μπύρες «ταξιδεύουν» στο εξωτερικό σε επιλεγμένα σημεία πώλησης, που κάνουν ειδικές βραδιές μπύρας.
«Η γραφειοκρατία και η δυσκολία εξαγωγών – εισαγωγών και στις δύο χώρες είναι ένα μεγάλο αγκάθι σε αυτό το σχέδιο», επισημαίνουν από την εταιρεία, ενώ όπως λέει ο κ. Αμύγδαλος «αν δεν υπήρχε η υπερ-φορολόγηση, σίγουρα κάτι θα μας έμενε, αλλά τώρα τα πράγματα είναι δύσκολα».
Υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης για την «Septem»
Η συγκεκριμένη μικρο-ζυθοποιία αναπτύσσεται με υψηλούς ρυθμούς στην χώρα μας, σύμφωνα με όσα ανέφερε, μιλώντας στον ΑγροΤύπο ο εκπρόσωπός της, καθώς, όπως μας ανέφερε, «έχει διαμορφωθεί ένα θετικό κλίμα για την ανάπτυξή μας».
Σύμφωνα με τον ίδιο «στην περίπτωσή μας ο τζίρος είναι ικανοποιητικός. Η ζυθοποιοία Septem δεν διαθέτει δικιά της καλλιέργεια κριθαριού και επειδή δεν διαθέτει δικό της βυνοποιείο, αγοράζει έτοιμη βύνη από ξένα βυνοποιεία.
«Όλες οι μικρές ζυθοποιίες παρουσιάζουν μια εποχικότητα στην πώληση των προϊόντων, η οποία στην περίπτωσή μας διαμορφώνεται από τον Απρίλιο έως και τον Οκτώβριο.
Αυτό συμβαίνει, διότι η παραγωγή δεν είναι υψηλή και το προϊόν φεύγει σχετικά νωρίς. Οι μπύρες που παράγουν εν γένει οι μικρο-ζυθοποιίες είναι υψηλόβαθμες και μπορούν άνετα να αντικαταστήσουν ένα ποτό το χειμώνα. Συνεπώς οι μπύρες αυτού του τύπου καταναλώνονται κυρίως τους χειμωνιάτικους μήνες», μας τόνισε ο ίδιος.
Πρόβλημα η χρηματόδοτηση, λένε από τη «Μικροζυθοποιία Σερρών και Βόρειας Ελλάδας»
Ο ΑγροΤύπος μίλησε με τον κ. Μαρμαρέλλη Ιωάννη της μικρο-ζυθοποιίας Σερρών & Β. Ελλάδος Ε.Ε. ο οποίος μας ανέφερε τα εξής: «Στην Ελλάδα υπάρχει έδαφος για την ανάπτυξη της ζυθοποιίας και έχει διαμορφωθεί ένα πλαίσιο με προοπτική, ωστόσο αυτό μπορεί να φτάσει μέχρι ένα επίπεδο. Για να γίνει μια σοβαρή δουλειά και να υπάρξει μια σημαντική ανάπτυξη της επιχείρησης θα πρέπει να γίνουν επενδύσεις με υψηλά ποσά.
Σε αυτό το πλαίσιο δεν υπάρχει χρηματοδότηση και όταν υπάρχει, το επιτόκιο είναι πολύ υψηλό, σε σχέση με τους ανταγωνιστές μας στο εξωτερικό. Ακόμα, το νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας σχετικά με τη ζυθοποιία, δυσχεραίνει και πολλές φορές απαγορεύει την παραγωγή προϊόντων μπύρας με πρόσθετα ή παρόμοια με τη μπύρα προϊόντα όπως ο μηλίτης και ο απίτης που παράγονται απο μήλο και αχλάδι αντίστοιχα, ενώ δεν επιτρέπει την παραγωγή μπύρας με πρόσθετα.
Όσον αφορά στην πρώτη ύλη, οι μικρο-ζυθοποιίες στην Ελλάδα δεν αξιοποιούν το κριθάρι, καθώς για την παρασκευή του οι επενδύσεις που απαιτούνται είναι υψηλές. Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο μόνο μεγάλες εταιρείες που παράγουν βύνη, και οι μικρές ζυθοποιίες, είτε προμηθεύονται τη βύνη από αυτές είτε από το εξωτερικό, εάν πρόκειται για κάποια «σπεσιαλ» βύνη.
Όσον αφορά στον λυκίσκο, υπάρχει μεγάλη ζήτηση και εμείς προτρέπουμε τους παραγωγούς να τον καλλιεργήσουν, ωστόσο όπως αναφέρουν, τους είναι οικονομικά ασύμφορο. Έτσι, τον προμηθευόμαστε από το εξωτερικό. Ακόμα και εκεί υπάρχει εξάντληση των αποθεμάτων λόγω την υψηλής ζήτησης. Μάλιστα, η τιμή του αυξάνεται συνεχώς, λόγω της ολοένα και αυξανόμενης ζήτησης και μάλιστα, σε βάθος τετραετίας έχει τετραπλασιαστεί.
Η μπύρα είναι ένα προϊόν, το οποίο παρουσιάζει εποχικότητα όσον αφορά την ζήτηση, η οποία παρουσιάζεται κυρίως την άνοιξη έως και τις αρχές του φθινόπωρου. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω του τουρισμού, ο οποίος αυξάνει την ζήτηση μπύρας. Ωστόσο, μία επιτυχία της μικρο-ζυθοποιίας στην Ελλάδα, είναι ότι έχει καταφέρει να προάγει τις μπύρες που παράγει ως ένα προϊόν που καταναλώνεται και ως ποτό, έτσι έχει καταφέρει να πουλά καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου. Υπάρχει τζίρος, όλο τον χρόνο, αλλά η πωλήσεις είναι αυξημένες το καλοκαίρι».
Η «Ηλειακή Ζυθοποιία» ποντάρει σε μπύρες που έχει συνηθίσει ο Έλληνας
«Ο τομέας της μικρο-ζυθοποιίας αναπτύσσεται αργά, αλλά σταθερά στην Ελλάδα, και η Ηλειακή Ζυθοποιία πάει καλά», τόνισε στον ΑγροΤύπο ο διευθυντής Marketing κ. Martin McDarren, ενώ πρόσθεσε πως «για την προμήθεια της βύνης συνεργαζόμαστε με βυνοποιεία ή με άλλες μεγάλες ζυθοποιίες, οι οποίες προτιμούμε να είναι ελληνικές καθώς θέλουμε να αποφύγουμε τη χρήση βύνης από γενετικά τροποποιημένο κριθάρι.
Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε είναι, ότι οι νόμοι της Ελλάδας, παρουσιάζουν δυσκολίες όπως παραδείγματος χάριν εάν έχεις ζυθοποιία δεν μπορείς να κάνεις καλλιέργεια. Όσον αφορά τον λυκίσκο, τον προμηθευόμαστε τόσο από την εσωτερική αγορά όσο και από το εξωτερικό, παρόλο που η έδρα του λυκίσκου είναι η Γαστούνη.
Οι μπύρες που παράγουμε πάνε τόσο στην εσωτερική αγορά όσο και στο εξωτερικό. Οι μπύρες που φτιάχνουμε για την ελληνική αγορά είναι craft και τις φτιάχνουμε, έτσι ώστε να είναι πιο κοντά σε αυτό που έχει συνηθίσει ο Έλληνας. Παράγουμε 6 διαφορετικές μπύρες και ετοιμάζουμε άλλες 6-7 μπύρες, οι οποίες βέβαια θα είναι περιορισμένης παραγωγής, και θα απευθύνονται σε περιορισμένο καταναλωτικό κοινό».
Με πέντε είδη μπύρας η «Μικροζυθοποιία Μυκόνου» (Mykonos Brewing Company)
Ένα χρόνο πωλήσεις κλείνει σε λίγες ημέρες η Μικροζυθοποιία Μυκόνου, που έχει τέσσερις ιδιοκτήτες και διαθέτει στην αγορά, σε επιλεγμένα σημεία στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικο πέντε είδη μπύρας.
Πριν το Πάσχα το καινούργιο ζυθοποιείο Μυκόνου ολοκλήρωσε την πρώτη του βρασιά, ενώ όπως λέει μιλώντας στον ΑγροΤύπο ο κ. Άγγελος Φερούς, εις εκ των ιδιοκτητών, «το 95% των βυνών που χρησιμοποιούμε για την παρασκευή της μπύρας προέρχεται από την Ελλάδα, ενώ ένα 5% από το εξωτερικό, για τον απλό λόγο ότι δεν μπορούμε να το βρούμε εδώ.
Οι μπύρες Mikonu έχουν κύριο σύμβολο το μάτι και ετικέτες κοσμοπολίτικες, artistic, εμπνευσμένες από τη μυθολογία του τόπου. Τα πώματα και τα μπουκάλια τους είναι ελληνικά, από τη Θράκη είναι ένα σημαντικό ποσοστό βύνης, ενώ για τη διανομή αξιοποιούν το τοπικό χονδρεμπόριο.
Οι τέσσερις ιδιοκτήτες χρησιμοποιούν ακριβούς και δυσεύρετους λυκίσκους, βύνη ελληνική και βελγική, και μια μίξη από τρεις βελγικές μαγιές που κατευθύνουν τη ζύμωση στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Κατευθείαν από τις δεξαμενές ωρίμασης έρχονται δύο περιορισμένης παραγωγής artisanal μπύρες, φρέσκες και απαστερίωτες.
Η Pale Ale είναι ευκολόπιοτη, απολύτως καλοκαιρινή, απαλά γλυκόπικρη και καραμελένια. Ναυαρχίδα τους είναι η Blonde Saison. Μια σύνθετη μπύρα, με μάνγκο, κίτρο, τριαντάφυλλο, μπαχαρικά και μπανάνα στη μύτη, δυνατό αφρισμό και μεταξένιο στόμα.
Δύσκολος ο ανταγωνισμός με τις μεγάλες εταιρείες τονίζουν απο την «Μικροζυθοποιία Φολεγάνδρου»
«Υπάρχει μεγάλη ανάπτυξη στον κλάδο της μικροζυθοποιίας, αν και έχει να αντιμετωπίζει τον ισχυρό ανταγωνισμό των μεγάλων εταιρειών, οι οποίες έχουν πολύ χαμηλότερο κόστος παραγωγής», τόνισε στον ΑγρόΤύπο ο κ. Σταυριανίδης Πέτρος, από την ομάδα της Μικροζυθοποιίας Φολεγάνδρου με την επωνυμία «Κατσίκα», «παράγουμε 2 βασικές ετικέτες και φέτος θα βγάλουμε μία καινούργια ετικέτα, με περιορισμένη παραγωγή μόνο γα την αγορά της Φολεγάνδρου.
«Εκτός του ισχυρού ανταγωνισμού υπάρχει και το πρόβλημα της υψηλής φορολόγησης της μπύρας, μέσω του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
Τις πρώτες ύλες όπως ο λυκίσκος τις αγοράζουμε από το εξωτερικό, ενώ ένα μέρος της βύνη, αγοράζεται από τις λίγες ελληνικές εταιρείες που πωλούν. Στο νησί υπάρχει πειραματικά μια πολύ μικρή έκταση καλλιέργειας κριθαριού, η οποία ωστόσο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή μπύρας, καθώς οι επενδύσεις που απαιτούνται δεν δικαιολογούν το κόστος επένδυσης.
Ωστόσο προτείνουμε στους ελάχιστους καλλιεργητές της Φολεγάνδρου να βάλουν κριθάρι το οποίο θα το χρησιμοποιήσουμε για την τόνωση στη γεύσης της μπύρας».
Γεωργαντάς: Ψυχή της γης μας η Ελληνίδα αγρότισσα
Το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ελληνίδα αγρότισσα στην πρωτογενή παραγωγή, αλλά και τη προσφορά της στην ελληνική κοινωνία και...
Γεωργαντάς: Ψυχή της γης μας η Ελληνίδα αγρότισσα
Το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ελληνίδα αγρότισσα στην πρωτογενή παραγωγή, αλλά και τη προσφορά της στην ελληνική κοινωνία και...
Γεωργαντάς: Ψυχή της γης μας η Ελληνίδα αγρότισσα
Το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η Ελληνίδα αγρότισσα στην πρωτογενή παραγωγή, αλλά και τη προσφορά της στην ελληνική κοινωνία και...