«Πνίγουν» το ελληνικό βουβάλι
Μπορεί στην Ελλάδα να «φοβόμαστε» να δοκιμάσουμε το… απ’ αλλού φερμένο και να είμαστε επιφυλακτικοί απέναντι σε αρκετά είδη διατροφής, αλλά τα βουβάλια της χώρας δίνουν κρέας και γάλα που αξίζουν και παίρνουν βραβεία…
Της Άννας Αραμπατζή
Το κρέας και το γάλα που παράγει ο βουβαλοτρόφος, Τριαντάφυλλος Γιαντσίδης από τα Χρυσοχώραφα Σερρών καταλήγει στο σύνολό του στις επιχειρήσεις της περιοχής της Κερκίνης, αλλά απέσπασε διεθνείς διακρίσεις.
Μάλιστα, ο κ. Γιαντσίδης είναι και ο πρόεδρος του πρώτου και μοναδικού Συνεταιρισμού Βουβαλοτρόφων στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε το 2004 και από τότε μέχρι σήμερα έχει ως στόχο του την ανάδειξη του βουβαλιού και τη γενετική του βελτίωση. Ο Κτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Βουβαλοτρόφων Ελλάδος έχει πλέον 28 μέλη σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, από τον Έβρο μέχρι τη Λαμία. Συνολικά τα βουβάλια στην Ελλάδα φτάνουν τα 3.250, με τα περισσότερα να βρίσκονται στην περιοχή των Σερρών και τον πληθυσμό τους να φτάνει πάνω από τα 2.000.
Το κρέας και το γάλα
Η παραγωγή κρέατος φτάνει τους δύο τόνους το μήνα. Συνεργάζονται εδώ και χρόνια με τρία κρεοπωλεία της περιοχής της Κερκίνης και διαθέτουν σε αυτούς το σύνολο της παραγωγής τους. Νωπό κρέας, λουκάνικα, καπνιστά, καβουρμάς, από εκεί βρίσκουν το δρόμο τους για τα σπίτια, αλλά και για τις ταβέρνες της περιοχής. Οι τιμές, σε συνεννόηση με τα κρεοπωλεία έχουν μειωθεί, αλλά τα κόστη δεν επιτρέπουν να γίνει κάτι καλύτερο για τον καταναλωτή. Για παράδειγμα, η μεταφορά ενός ζώου 150-200 κιλών από τη μονάδα, μέχρι το σφαγείο και την παραλαβή του κρέατος από τον χασάπη φτάνει τα 170 ευρώ. Η τιμή του πετρελαίου, που και αυτή έχει πάρει την ανιούσα τα τελευταία χρόνια, δυσκολεύει τα πράγματα. Ο παραγωγός πουλάει προς 4 ευρώ το κιλό στο κρεοπωλείο και από εκεί καταλήγει στον τελικό καταναλωτή προς 12 ευρώ το κιλό. Το γάλα χρησιμοποιείται κυρίως για την παραγωγή γλυκών στα ζαχαροπλαστεία της περιοχής, όπως το καζάν ντιπί. Η νύφη του κ. Γιαντσίδη, η Πασχαλία, έχει στήσει ένα μικρό ζαχαροπλαστείο στα Χρυσοχώραφα και φτιάχνει κυρίως καζάν ντιπί. Άλλοι παραγωγοί έχουν συμφωνήσει να το διαθέτουν σε μεγαλύτερα ζαχαροπλαστεία της Θεσσαλονίκης.
Η τιμή του γάλακτος έχει υποχωρήσει σημαντικά. Συγκεκριμένα, τα βουβάλια γεννάνε το καλοκαίρι και θηλάζουν πέντε με έξι μήνες. Η μια βουβάλα δίνει δυο με πέντε κιλά γάλα την ημέρα. Ο παραγωγός βγάζει γύρω στα 150 κιλά γάλα την ημέρα. Προ κρίσης, το κιλό πωλείτο προς δυο ευρώ. Τώρα η τιμή ακολουθεί διαρκώς πτωτική πορεία και έχει φτάσει ακόμα και τα 1,10 ευρώ, καθιστώντας την εμπορία του ασύμφορη πολλές φορές.
Το όνειρο του τυροκομείου
Στην Ιταλία είναι ευρέως διαδεδομένη η μοτσαρέλα από βουβαλίσιο γάλα. Αν και δεν υπάρχει τέτοια παράδοση στην Ελλάδα, υπάρχουν παραγωγοί που θέλουν να δοκιμάσουν την τύχη τους και σε αυτό. Ο κ. Λευτέρης Ξανθόπουλος, ενώ το όραμα του είναι να στήσει τυροκομείο και κρεοπωλείο, έδινε μέχρι πριν δύο εβδομάδες τα 170 λίτρα γάλα που παρήγαγε σε γνωστό ζαχαροπλαστείο παραδοσιακών γλυκών της Θεσσαλονίκης.
Το σταμάτησε γιατί πλέον είχε φτάσει να πουλά από τα 1,80 ευρώ ανά λίτρο στο 1,10 ευρώ ανά λίτρο. Αρμέγουν το γάλα των ζώων και το πετάνε, περιμένοντας να ξεκινήσουν οι διαδικασίες για να στήσουν το τυροκομείο τους. Εδώ και ενάμισι χρόνο περιμένουν μια έγκριση για να ξεκινήσει ο γιος του πρόγραμμα μετεκπαίδευσης, τόσο για κρεοπωλείο, όσο και για τυροκομείο. Επιπλέον, οι απαιτήσεις για το τυροκομείο είναι πολλές. Τα προγράμματα δεν προσφέρουν πάντα την καλύτερη οικονομική στήριξη, ενώ το κόστος για εξοπλισμό είναι μεγάλο και οι ποσότητες γάλακτος που απαιτούνται φτάνουν τα 1.000 κιλά την ημέρα. Είναι μεγάλο «άνοιγμα».
Τα προβλήματα
Ο αριθμός των βουβαλιών είναι σχετικά εύκολο να αυξηθεί, σύμφωνα με τον κ. Γιαντσίδη, αρκεί να το επιτρέπει ο χώρος. Και ακριβώς εδώ έγκειται το μεγαλύτερο πρόβλημα των βουβαλοτρόφων της περιοχής. Εδώ και λίγο καιρό έχει ανακύψει ένα θέμα με τις εκχερσώσεις που γίνονται στην περιοχή για να δοθεί γη στους ακτήμονες. «Οι εκχερσώσεις είναι αδίκημα μεγάλο», λέει ο κ. Γιαντσίδης, καθώς χάνεται το φυσικό περιβάλλον των βουβαλιών που βόσκουν ελεύθερα, και φυσικά και η βοσκή τους. Ζητούν την υποστήριξη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (ΥΠΑΑΤ) και σημειώνουν ότι πρέπει πρώτα να γίνει κάποια μελέτη και μετά να προχωρήσουν οι όποιες εκχερσώσεις.
Με το υπάρχον σχέδιο γίνεται ακόμα πιο δύσκολη η βοσκή των ζώων και υπάρχουν επιπλέον έσοδα. Μάλιστα, η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμα από το 1980. Από το 1970 ο υγρότοπος ήταν πλούσιος και υπήρχε άφθονη τροφή για τα ζώα. Το 1982 στήθηκε το φράγμα και τα νερά υψώθηκαν στα 4,5 μέτρα, καλύπτοντας τον υγρότοπο και εξαφανίζοντας τη βοσκή. Τώρα, οι εκχερσώσεις έρχονται να... ολοκληρώσουν το σκηνικό. Οι βουβαλοτρόφοι αναγκάζονται να καλλιεργήσουν καλαμπόκι και να βγάλουν άχυρο για να τραφούν τα ζώα, κάτι που αυξάνει το κόστος εκμετάλλευσης και διαγράφει τα όποια κέρδη. Χωρίς την ύπαρξη του προγράμματος διατήρησης των φυλών, τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα, όπως εκτιμά ο κ. Γιαντσίδης. Ακόμα ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουν, είναι αυτό των σταβλικών εγκαταστάσεων. Η παλιά άδεια τους ήταν διάρκειας τεσσάρων ετών και έληξε. Προς το παρόν ισχύουν ακόμα οι προσωρινές, αλλά εδώ και αρκετό καιρό δεν τους έχουν μισθώσει το χώρο, για να προχωρήσει η αδειοδότηση.
«Είχαμε ιδέες, δεν είχαμε ανθρώπους»
«Είχαμε ιδέες, δεν είχαμε ανθρώπους». Αυτό είναι και το παράπονο του κ. Γιαντσίδη, όταν σκέφτεται τί δυνατότητες θα είχε η παραγωγή βουβαλίσιου κρέατος και γάλακτος, αν υπήρχε στήριξη, κυρίως... ντόπια. Πιστεύει πως εάν η συνεταιριστική βιομηχανία κρέατος του Νομού, η Κρεσέρ, «δεν είχε αχρηστευθεί, θα έπαιρνε τα κρέατα όλων των παραγωγών». Παράλληλα, σημειώνει ότι έκανε προσπάθειες να έρθει σε επαφή με τις τοπικές γαλακτοβιομηχανίες. Οι συνομιλίες έμειναν στον… αέρα, καθώς δεν υπήρχε πραγματικό ενδιαφέρον για το βουβαλίσιο γάλα.
Το βραβείο
Πρόσφατα, τα προϊόντα του κ. Γιαντσίδη ταξίδεψαν ως την Ελβετία και απέσπασαν διακρίσεις. Με τη βοήθεια της κας Έλενας Κομνηνού (ζωοτέχνη, M.Sc.) και της Dr. Σταματίνας Τριβιζάκη (ζωοτέχνη, γενετιστή) από το Κέντρο Γενετικής Βελτίωσης Ζώων Νέας Μεσημβρίας Θεσσαλονίκης του ΥΠΑΑΤ και της Μ.Κ.Ο. «Αμάλθεια», ο κ. Γιαντσίδης συμμετείχε στον Πανευρωπαϊκό Διαγωνισμό ArcaDeli 2012 που πραγματοποιήθηκε στο St. Gallen της Ελβετίας στις 12 Σεπτεμβρίου 2012. Ο διαγωνισμός αυτός βραβεύει και πιστοποιεί παραδοσιακά τοπικά προϊόντα φτιαγμένα χρησιμοποιώντας πρώτη ύλη που προέρχεται από πιστοποιημένα ζώα σπάνιας φυλής. Ο Έλληνας εκτροφέας βραβεύθηκε με τη διάκριση ArcaDeli 2012 συμμετέχοντας στο διαγωνισμό με δύο προϊόντα, τον τραχανά από βουβαλίσιο γιαούρτι και το καζάν ντιπί από βουβαλίσιο γάλα. Ο κ. Γιαντσίδης εντάχθηκε επίσης στο πανευρωπαϊκό δίκτυο Variety - Savers που αποτελείται από εκτροφείς σπάνιων αυτόχθονων φυλών ζώων και φυτικών ποικιλιών και τα βραβευμένα προϊόντα του θα έχουν πλέον το δικαίωμα να φέρουν το χαρακτηριστικό λογότυπο - ένδειξη Arcadeli.
Το βουβάλι στο χρόνο
Σύμφωνα με την επικρατέστερη άποψη, το ελληνικό βουβάλι έχει εισαχθεί από την Ασία. Η πρώτη εμφάνιση μεγάλων πληθυσμών στη χώρα τοποθετείται τον 13Ο αιώνα. Το 1952 εκτρέφονταν μόνο στη Μακεδονία και τη Θράκη περίπου 71.000 βούβαλοι. Ο αριθμός τους άρχισε να μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’60, όπου στις αρχές του 21ου αιώνα είχαν απομείνει περίπου 1.000 βούβαλοι. Η εγκατάλειψη της γεωργίας τα τελευταία χρόνια, οι γενετικά βελτιωμένες φυλές και η μείωση των εκτάσεων στις οποίες έβοσκαν οι νεροβούβαλοι συνετέλεσαν στη συρρίκνωση του πληθυσμού τους. Παγκοσμίως ο αριθμός των βουβαλιών υπολογίζεται στα 220 με 360 εκατομμύρια. Τα τελευταία τριάντα χρόνια παρουσιάζει μια σταθερή αύξηση της τάξης του 15%-28%, με το 95% του πληθυσμού τους να βρίσκεται στην Ινδία. Αντίθετα στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια υπήρξε μια πτώση της τάξης το 75-87%.
Το γάλα
Το γάλα του βουβαλιού έχει ευεργετικές συνέπειες για τον οργανισμό, ενώ προσφέρεται για όσους έχουν αλλεργίες, ψωρίαση, εκζέματα ή δυσανεξία στη λακτόζη. Συνιστάται ως τροφή και για τους αδύνατους ή τους ασθενείς. Βούλγαροι συγγραφείς αναφέρουν ότι μετά την καταστροφή στο Τσέρνομπιλ, η ραδιενεργός ρύπανση του γάλακτος βούβαλου ήταν χαμηλότερη από των άλλων ειδών γάλακτος. Κατά συνέπεια, θα μπορούσε να θεωρηθεί «στρατηγικής σημασίας» τροφή, σε περίπτωση εκτεταμένων ραδιενεργών ρυπάνσεων. Περιέχει λιγότερο νερό, περισσότερα ολικά στερεά, λίπος και πρωτεΐνη και ελάχιστα περισσότερη λακτόζη από το γάλα αγελάδας. Έχει χαμηλότερα επίπεδα χοληστερόλης και υψηλότερα ασβεστίου, μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε σίδηρο, φώσφορο, βιταμίνη Α και πρωτεΐνες. Η αντιοξειδωτική του δράση είναι μεγαλύτερη από άλλα είδη γάλακτος και περιέχει περισσότερες βιταμίνες, όπως θειαμίνη, ριβοφλαβίνη και Β12. Τα βουβάλια δεν τρέφονται με ζωοτροφές ή αντιβιοτικά, αλλά με γρασίδι, τριφύλλι και άχυρο, κατά κύριο λόγο.
Στις 26/9 η ιδρυτική συνέλευση της νέας αμιγούς συνεταιριστικού χαρακτήρα ΠΑΣΕΓΕΣ
Στις 26 Σεπτεμβρίου θα πραγματοποιηθεί η ιδρυτική συνέλευση της νέας αμιγούς συνεταιριστικού χαρακτήρα ΠΑΣΕΓΕΣ
Συνάντηση Μπόλαρη με τον Σύλλογο βουβαλοτρόφων
Με τον Πρόεδρο του Συλλόγου Βουβαλοτρόφων Κερκίνης συναντήθηκε χθες ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Μάρκος...
Συνάντηση Μπόλαρη, με το Προεδρείο του Α.Σ. Φασολοπαραγωγών Πρεσπών «ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ»
Με το Προεδρείο και τους επιστημονικούς συνεργάτες του Αγροτικού Συνεταιρισμού Εθνικού Δρυμού Πρεσπών «Πελεκάνος», συναντήθηκε ο...